Επί τάπητος το πολιτικό σύστημα της Τουρκίας

Το πρόβλημα του πολιτικού συστήματος στην Τουρκία αποτελεί θέμα συζήτησης από τα τέλη της δεκαετίας του ’50

240121
Επί τάπητος το πολιτικό σύστημα της Τουρκίας

Το πρόβλημα του πολιτικού συστήματος στην Τουρκία αποτελεί θέμα συζήτησης από τα τέλη της δεκαετίας του ’50 μέχρι σήμερα. Ειδικότερα η ακαδημαϊκή άποψη που συγκεντρώθηκε για να ευλογήσει το σύστημα που εισήγαγε το Σύνταγμα του ’61 ήταν η βασικότερη αιτία που συζητήσαμε λανθασμένα το πρόβλημα του συστήματος. Αν εξετάσουμε το Σύνταγμα του ’61, τις αλλαγές του ’71 και του ’73 και το Σύνταγμα του ’82 θα δούμε ολοφάνερα ότι η κρατική ελίτ προσπάθησε σταδιακά να εγκαταστήσει ένα μοντέλο κηδεμονίας μέσα στο τουρκικό πολιτικό σύστημα. Υπό αυτό το πρίσμα η διαφορά του Συντάγματος του ’61 – με βάση το ιδεολογικό δόγμα ότι η αριστερά που αναπτυσσόταν παράλληλα με τις τάξεις των μορφωμένων και διανοούμενων αστών και την διαδικασία εργατικοποίησης δεν θα σεβαστεί τις παραδοσιακές αξίες – ήταν ότι προσπαθούσε να ενισχύσει την θέση διαφορετικών ελίτ και της στρατιωτικής και πολιτικής (μη στρατιωτικής γραφειοκρατίας) απέναντι στη βουλή.

Κατά την δεκαετία του ’60 και του ’70 αυτό το ιδεολογικό δόγμα έχασε το νόημα του απέναντι στις κοινωνικές αναταραχές που σημειώθηκαν στην Τουρκία. Κατά την ιστορική αυτή διαδικασία κάθε στρώμα της κοινωνίας ανέθρεψε τους δικούς της διανοουμένους, εργαζομένους και αστικές ομάδες, οι οποίες απέκτησαν την ικανότητα να ανταγωνίζονται η μια την άλλη σε κάθε πεδίο. Ακόμα και η Γερουσία της Δημοκρατίας που διαμορφώθηκε ως μια βουλή των ελίτ για να ελέγξει την νομοθετική διαδικασία, μετατράπηκε σύντομα σε ένα θεσμό χωρίς καμία λειτουργία που έγινε βάρος στην νομοθετική διαδικασία. Συνεπώς το Σύνταγμα του ’82 δεν συντάχθηκε με σκοπό την θεσμοθέτηση της κρατικής ελίτ αλλά μιας δημοκρατίας υπό στρατιωτική κηδεμονία. Με άλλα λόγια δεν υπάρχει καμία διαφορά στον τρόπο με τον οποίο το Σύνταγμα του ’61 και του ’82 βλέπουν την δομή της νομοθετικής και εκτελεστικής εξουσίας που εκλέγεται απευθείας με την ψήφο του λαού. Και τα δυο ανέπτυξαν λειτουργικούς μηχανισμούς μέσω θεσμών υπό κηδεμονία και “οργανώσεων της Κοινωνίας των Πολιτών” αποξενωμένες από τον λαό, εμποδίζοντας και κατευθύνοντας τις πολιτικές που θα χάραζαν οι ομάδες που είχαν την υποστήριξη του λαού και λειτουργικούς μηχανισμούς για την εξάλειψη των πολιτικών αυτών και την καθαίρεση εκείνων που τις υλοποίησαν.

Αν στο πλαίσιο αυτό θέλουμε να συζητήσουμε σωστά και ορθά το πρόβλημα του συστήματος στην Τουρκία θα πρέπει να αποδεχτούμε την αλήθεια ότι το βασικό πρόβλημα δεν είναι η μετάβαση από το κοινοβουλευτικό σύστημα σε ένα προεδρικό ή ήμι-προεδρικό σύστημα, αντιθέτως η συζήτηση πρέπει να στραφεί γύρω από το πρόβλημα της δημιουργίας λειτουργικών θεσμών κατά την μετάβαση από μια δημοκρατία υπό κηδεμονία σε μια πραγματική δημοκρατία.

Μια άλλη πτυχή του προβλήματος με το σύστημα πάνω στο οποίο θα πρέπει να σταθούμε είναι η σχέση των κυβερνητικών συστημάτων με την δημοκρατία. Πρωτίστως ένα κυβερνητικό σύστημα δεν μπορεί από μόνο του να δημιουργήσει ένα δημοκρατικό ή αυταρχικό τρόπο λειτουργίας. Ούτε ένα δημοκρατικό αλλά ούτε και ένα αυταρχικό καθεστώς δεν μπορεί να προκύψουν σε μια χώρα μονάχα με θεσμικές ρυθμίσεις. Παραδείγματος χάρη λένε ότι το κοινοβουλευτικό κυβερνητικό σύστημα δεν μπορεί να αποτελέσει ένα ευνοϊκό θεσμικό βάθρο για την Δημοκρατία. Η μοναδική ίσως δημοκρατία όμως που βασιζόταν στην βουλή ήταν αυτή της περιόδου 1950-1960 που επιτεύχθηκε στην Τουρκία με αυτό ακριβώς το σύστημα. Η κοινοβουλευτική κυβέρνηση της σημερινής Ελβετίας μπορεί και συνυπάρχει αρμονικά με ένα παγιωμένο δημοκρατικό πρότυπο.

Οι προϋποθέσεις για την λειτουργία ενός πολιτικού συστήματος υπό ένα παγιωμένο δημοκρατικό πρότυπο μπορεί να εξελιχθούν βάσει μιας δισδιάστατης αλληλεπίδρασης. Η πρώτη διάσταση είναι η θεσμική μια πτυχή της οποίας περιλαμβάνει το κυβερνητικό σύστημα και η άλλη το θεσμικό και νομικό πλαίσιο όπως το καθεστώς των πολιτικών κομμάτων και το εκλογικό σύστημα που έχουν καθοριστικό ρόλο στην λειτουργία του κυβερνητικού συστήματος. Τα ερωτήματα σχετικά με την διάρθρωση της κρατικής εξουσίας, τον τρόπο με τον οποίο ρυθμίζονται οι σχέσεις μεταξύ των θεσμών, την εξισορρόπηση των λειτουργιών του κράτους μεταξύ τους και τον τρόπο με τον οποίο ρυθμίζεται η από κοινού λειτουργία εντός του συστήματος αφορούν την θεσμική διάσταση του θέματος. Η δεύτερη διάσταση δε είναι η συστημική που εστιάζει στο ερώτημα ποιοι είναι οι παράγοντες που διευκολύνουν ή δυσχεραίνουν την λειτουργία των θεσμών. Η λειτουργία ενός θεσμού μπορεί να μην είναι η ίδια υπό διαφορετικές κοινωνικοοικονομικές και ιστορικές συνθήκες. Οι θεσμοί μπορεί να διαθέτουν ένα δημοκρατικό μηχανισμό λειτουργίας σε μια χώρα, ενώ σε μια άλλη να λειτουργούν ως στοιχεία ενός αυταρχικού καθεστώτος.

Η κοινωνικοπολιτιστική, οικονομική, γεωπολιτική και ιστορική δυναμική μιας χωράς μπορεί να επηρεάσει τον τρόπο λειτουργίας των θεσμών της και να τους προσδώσουν διαφορετικές λειτουργίες. Τα παγιωμένα πρότυπα νομιμότητας της κοινωνικής δομής μιας χώρας μπορεί να καθορίσουν αν η πολιτική θα λειτουργήσει δημοκρατικά ή όχι. Σε κάποιες χώρες τα προβλήματα των άστεγων μπορεί να θεωρούνται κρατικό πρόβλημα, ενώ κάποιες άλλες κοινωνίες να το εκλαμβάνουν ως ατομικό πρόβλημα. Η οπτική γωνιά σε σχέση με την φύση του προβλήματος και τις λειτουργίες της κρατικής εξουσίας μπορεί να διαδραματίσουν καθοριστικό ρόλο στις αναζητήσεις για τον τρόπο με τον οποίο θα αποκτήσει θεσμικό χαρακτήρα η δημοκρατία.

Συνεπώς κατά την συζήτηση ενός δημοκρατικά λειτουργικού κυβερνητικού συστήματος στην Τουρκία δεν θα πρέπει να ξεχνάμε ότι αυτό δεν μπορεί να επιλυθεί σε θεσμικό υπόβαθρο και ότι θα πρέπει να το λάβουμε υπόψη μαζί με τις κοινωνικοπολιτιστικές, οικονομικές και άλλες δυναμικές εκείνης της συγκεκριμένης χώρας.


Λέξεις-κλειδιά:

ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΕΙΔΗΣΕΙΣ