Η Τουρκική Μειονότητα της Δυτικής Θράκης (04-2020)

Η διττή φύση των μειονοτικών ζητημάτων: ο θεσμός του Μουφτή (II)

1352114
Η Τουρκική Μειονότητα της Δυτικής Θράκης (04-2020)

 

 

 

Στην προηγούμενή μας εκπομπή αναφέραμε ότι επί Κυβερνήσεως ΣΥΡΙΖΑ (2015-2019) ξεκίνησε μια σειρά πολιτικών παρεμβάσεων στο χώρο των Μουφτειών. Oι πολιτικές που υιοθετούνται κατά καιρούς έναντι της Μειονότητας δεν είναι υπόθεση μιας κυβέρνησης, αλλά είναι πρωτίστως εθνικές πολιτικές. Οι όποιες αλλαγές συντελούνται με αργούς ρυθμούς. Είναι δηλαδή παρεμβάσεις που σχεδιάζονται προσεκτικά και σε βάθος χρόνου μέχρι να γνωστοποιηθούν στο ευρύ κοινό.

 

Οι αλλαγές στα Μουφτειακά δεν ξεκίνησαν το 2018 με την απομάκρυνση και αντικατάσταση των διορισμένων Μουφτήδων, αλλά παλιότερα με τον νόμο των ιεροδιδασκάλων του 2008. Τότε έγινε μια προσπάθεια από την πλευρά της πολιτείας να συγκροτηθεί ένα σώμα ιεροκηρύκων, ιμάμηδων, κάτω από την εποπτεία των διορισμένων Μουφτήδων Κομοτηνής, Ξάνθης και Διδυμοτείχου οι οποίοι να εμφανίζονται ως επίσημα διορισμένοι από το κράτος θρησκευτικοί λειτουργοί.

 

Δημιουργήθηκε ουσιαστικά μία δεξαμενή ανθρώπων γύρω από τους διορισμένους Μουφτήδες. Μία δεξαμενή η οποία θα μπορούσε να αξιοποιηθεί ποικιλοτρόπως. Για να φέρουμε ένα μόνο παράδειγμα, με νόμο οι ιεροδιδάσκαλοι θα μπορούσαν να αξιοποιηθούν στη δημόσια εκπαίδευση για την διδασκαλία του μαθήματος των θρησκευτικών σε μαθητές της Μειονότητας. Είναι ένα μέτρο που θεσμοθετήθηκε, αλλά δεν προχώρησε. Στο μυαλό όλων υπάρχει το ερώτημα αν θα μπορούσαν ενδεχομένως στο μέλλον να αποτελέσουν ένα εκλεκτορικό σώμα σε περίπτωση πιθανής ανάδειξης Μουφτή μέσω εκλογών. Για αυτό δεν υπάρχει επίσημη απάντηση ή τοποθέτηση, οπότε μένει στο στάδιο της εικασίας.

 

Το επόμενο βήμα το οποίο αποτέλεσε και σαρωτική αλλαγή ήταν η κατάργηση της υποχρεωτικής εφαρμογής της Σαρίας. Παρόλο που παρουσιάστηκε ως επιβολή από έξω, μέσω καταδίκης της Ελλάδας από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο του Στρασβούργου για υπόθεση κληρονομικού δικαίου, ωστόσο μία πιο προσεκτική και σε βάθος χρόνου μελέτη της αντιμετώπισης της εφαρμογής του ιερού ισλαμικού νόμου για τα μέλη της Μειονότητας της Θράκης από τον πολιτικό κόσμο της χώρας, φανερώνει ότι η διάθεση για κατάργηση της Σαρίας επανερχόταν κατά καιρούς στην πολιτική επικαιρότητα.

 

Με μία απλή αναζήτηση θα βρει κανείς δηλώσεις πολιτικών προσώπων που θεωρούσαν την εφαρμογή της Σαρίας αναχρονιστική. Είναι κάτι που δεν έβλεπε με καλό μάτι μεγάλο μέρος του πολιτικού κόσμου και εν τέλει οδηγηθήκαμε σε μία μερική και επιλεκτική κατάργηση της Σαρίας αφού επαφίεται στην επιλογή του κάθε πολίτη της Μειονότητας το αν θα προσφύγει στα διοικητικά δικαστήρια ή στον Μουφτή για την εκδίκαση των υποθέσεων οικογενειακού και κληρονομικού δικαίου.

 

            Ακόμα και μετά την κατάργηση της υποχρεωτικής εφαρμογής του Ιερού Ισλαμικού Νόμου, ο Μουφτής διατήρησε τις δικαστικές του αρμοδιότητες. Η διττή φύση του θεσμού, είναι το δυνατό χαρτί στα χέρια της πολιτείας για να αιτιολογήσει την μη εκλογή του Μουφτή και όπως θα δούμε, αποτέλεσε και το επιχείρημα στο οποίο πάτησε η δικαστική εξουσία για την απόρριψη των αιτήσεων ακυρώσεως των δύο διορισμένων Μουφτήδων.

 

            Είναι σημαντικές οι αποφάσεις του Συμβουλίου της Επικρατείας διότι προσθέτουν ένα σημαντικό λιθαράκι στη συζήτηση για το θεσμό, τη θέση, τον ρόλο και τις δικαιοδοτικές αρμοδιότητες του ανώτερου θρησκευτικού λειτουργού της Μειονότητας. Είναι ιστορικές γιατί αποτελούν γνωμοδοτήσεις του ανώτατου διοικητικού δικαστηρίου.

           

Παρόλο που η δικαστική εξουσία είναι ανεξάρτητη στην Ελλάδα, κάτι που ο πολιτικός κόσμος της χώρας τείνει να υπενθυμίσει κάθε φορά που εκδικάζονται μειονοτικές υποθέσεις, σε αυτήν την περίπτωση η δικαστική εξουσία συντάχθηκε με την θέση της πολιτείας.

 

            Αποφάνθηκε λοιπόν ότι οι Μουφτήδες δεν μπορεί να είναι ισόβιοι, όπως είναι οι Μητροπολίτες, οι κληρικοί δηλαδή της Ορθόδοξης Ανατολικής Εκκλησίας που διοικούν μια μητροπολιτική περιφέρεια. Αυτό διότι οι Μουφτήδες, λόγω της άσκησης δικαιοδοτικών αρμοδιοτήτων, έχουν σημαντικές διαφορές που αιτιολογούν την συνταξιοδότηση λόγω παρέλευσης ορίου ηλικίας.  

 

            Αναφέρεται και στον προγενέστερο νόμο 4511 του 2018 ο οποίος κατήργησε την υποχρεωτική εφαρμογή της Σαρίας διατυπώνοντας τη θέση ότι δεν μετέβαλε τον θεσμικό και διττό ρόλο των Μουφτήδων ως θρησκευτικών λειτουργών και ιεροδικών. Έκρινε το Συμβούλιο της Επικρατείας ότι παρά τις παρεμβάσεις στη Σαρία, οι αρμοδιότητες των Μουφτήδων διατηρούνται «απαράλλακτες (θρησκευτικές, εποπτικές, γνωμοδοτικές, δικαστικές)».

 

            Σημαντική είναι και η θέση του δικαστηρίου σε θέματα θρησκευτικής ελευθερίας. Οι δύο διορισμένοι Μουφτήδες επικαλέσθηκαν παραβίαση του δικαιώματος της θρησκευτικής ελευθερίας όπως αυτό κατοχυρώνεται στο Ελληνικό Σύνταγμα, στην Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, αλλά και την Συνθήκη της Λωζάνης.

 

            Το Συμβούλιο της Επικρατείας εμμένει στη θέση ότι η σύνθετη ιδιότητα των Μουφτήδων αιτιολογεί την θέσπιση ορίου ηλικίας διότι εξυπηρετεί σκοπούς δημοσίου συμφέροντος και άρα, είναι ένας θεμιτός περιορισμός. Με αυτό το σκεπτικό το δικαστήριο έκρινε ότι δεν θίγεται η θρησκευτική ελευθερία όπως αυτή κατοχυρώθηκε στο Ελληνικό Σύνταγμα και στην Ευρωπαϊκή Σύμβαση για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου δεδομένου ότι «δεν παραβιάζει τη δίκαιη ισορροπία μεταξύ της θρησκευτικής ελευθερίας και των αναφερθέντων σκοπών δημοσίου συμφέροντος». 

 

            Ειδική αναφορά πρέπει να γίνει και στη στάση που τήρησε το Δικαστήριο έναντι της Συνθήκη της Λωζάνης. Διαβάζουμε στο κείμενο «για τους θρησκευτικούς λειτουργούς των μουσουλμάνων η Συνθήκη της Λωζάννης δεν εμπεριέχει καμία αναφορά».

 

Οι αποφάσεις του δικαστηρίου δεν απέχουν πολύ από τις θέσεις της πολιτείας. Πρόκειται για δύο ατομικές προσφυγές φυσικών προσώπων οι οποίες ωστόσο οδηγούν σε μεγαλύτερα θέματα και διεκδικήσεις από την πλευρά της Μειονότητας για αυτό και είναι ιδιαίτερα σημαντικές. Χωρίς να έχει γνωμοδοτήσει για τον τρόπο ανάδειξης του Μουφτή, η απόφαση του δικαστηρίου εμμέσως πλην σαφώς έρχεται να δέσει με την πάγια θέση της πολιτείας ότι οποιαδήποτε συζήτηση για εκλογή δεν υφίσταται λόγω των δικαστικών αρμοδιοτήτων του Μουφτή. Κι όλα αυτά βέβαια χωρίς να ληφθεί υπόψη η πάγια διεκδίκηση της Μειονότητας περί ανάδειξης Μουφτή μέσω εκλογών.

 

 



ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΕΙΔΗΣΕΙΣ