Η Τουρκική Μειονότητα της Δυτικής Θράκης (05-2019)

Η Συνθήκη της Λωζάνης: γενικές εισαγωγικές παρατηρήσεις

1136636
Η Τουρκική Μειονότητα της Δυτικής Θράκης (05-2019)

ΕΚΠΟΜΠΗ 5

Η Συνθήκη της Λωζάνης: γενικές εισαγωγικές παρατηρήσεις

 

            24 Ιουλίου του 1923 υπογράφεται η Συνθήκη της Λωζάνης. Με αυτήν κατοχυρώνεται η νομική αναγνώριση της Μειονότητας και ρυθμίζονται ζητήματα προστασίας δικαιωμάτων και ελευθεριών. Με απλά λόγια θα μπορούσε κάποιος να πει ότι η Συνθήκη της Λωζάνης είναι ο Καταστατικός Χάρτης αναγνώρισης της Μειονότητας και απόδοσης των δικαιωμάτων της ως κοινότητα ή όπως συνηθίζουν τα μέλη της Μειονότητας να την αποκαλούν, είναι το Σύνταγμά της.

 

            Η Συνθήκη της Λωζάνης δεν είναι μία ανεξάρτητη και αποκλειστική πρωτοβουλία. Συνδέεται άμεσα με το σύστημα προστασίας των μειονοτήτων όπως αυτό διαμορφώθηκε στο τέλος του Α Παγκοσμίου Πολέμου στο πλαίσιο της Κοινωνίας των Εθνών. Κι επειδή τότε για όλα τα έθνη κράτη το κυρίαρχο διακύβευμα ήταν η εθνική τους κυριαρχία και ανεξαρτησία, οι Συνθήκες Ειρήνης εκείνης της περιόδου δεν έκαναν τίποτα άλλο από το να διαμορφώσουν ένα βασικό πλαίσιο προστασίας των δικαιωμάτων των μειονοτήτων που βρέθηκαν εγκατεστημένες στα νεοσύστατα έθνη κράτη.

 

            Η Συνθήκη της Λωζάνης και όλες οι ανάλογες Συνθήκες συντάχθηκαν στο πρότυπο της πολωνικής που υπογράφηκε πρώτη στις Βερσαλλίες στις 28 Ιουλίου 1919. Όλες όσες ακολούθησαν επαναλάμβαναν πανομοιότυπα γενικές προστατευτικές διατάξεις. Υπήρχε και μία δικλείδα ασφαλείας που όριζε την Κοινωνία των Εθνών αρμόδια να δίνει οδηγίες σε περίπτωση που ένα κράτος μέλος του Συμβουλίου προσέφευγε καταγγέλλοντας παραβιάσεις των διατάξεων μιας συνθήκης. Κάθε διαφορά θα προσλαμβάνονταν εκ τούτου ως διαφορά διεθνούς χαρακτήρα (Διβάνη, 1995).

 

Για την περίπτωση της Τουρκικής Μειονότητας δεν έχουν καταγραφεί περιστατικά καταγγελιών από μέλη της Μειονότητας στην Κοινωνία των Εθνών, ενώ τόσο η Ελλάδα όσο και η Τουρκία εξέφρασαν  παράπονα για να τα πάρουν πολύ γρήγορα πίσω και να τα επιλύσουν στο πλαίσιο των διμερών τους σχέσεων (Aarbakke, 2000, Διβάνη, 1995).

 

Μία άλλη βασική παράμετρος όλων των συνθηκών εκείνης της περιόδου είναι ότι αναγνώριζαν δικαιώματα σε μειονότητες, δηλαδή σε ομάδες, σε σύνολα ανθρώπων. Μιλάμε για κοινοτικά δικαιώματα, δικαιώματα που αποδίδονται στο σύνολο μιας πληθυσμιακής ομάδας, μιας μειονότητας εν προκειμένω. Δεδομένου ότι η ιστορική εξέλιξη έτεινε να αποδίδει δικαιώματα σε ανθρώπους παρά σε ομάδες, η σπουδαιότητα της Συνθήκης της Λωζάνης είναι διαχρονική. Η Μειονότητα ανέκαθεν διεκδικεί την αναγνώριση των δικαιωμάτων της και στη βάση της κοινότητας.

 

Η Τουρκία από τη μία πλευρά, η Ελλάδα, η Βρετανική Αυτοκρατορία, η Γαλλία, η Ιταλία, η Ιαπωνία, η Ρουμανία και το Σερβο-Κροατο-Σλοβενικό κράτος από την άλλη, συμμετείχαν στις διαπραγματεύσεις και στις εργασίες της Διάσκεψης της Λωζάνης που έλαβαν χώρα το 1923 και οδήγησαν στην υπογραφή της ομώνυμης Συνθήκης τον Ιούλιο της ίδιας χρονιάς.  

Η ΒΡΕΤΤΑΝΙΚΗ ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑ, Η ΓΑΛΛΙΑ, Η ΙΤΑΛΙΑ, Η ΙΑΠΩΝΙΑ, Η ΕΛΛΑΣ, Η ΡΟΥΜΑΝΙΑ, ΤΟ ΣΕΡΒΟ-ΚΡΟΑΤΟ-ΣΛΟΒΕΝΙΚΟΝ ΚΡΑΤΟΣ
αφ’ ενός
ΚΑΙ Η ΤΟYΡΚΙΑ
αφ’ ετέρου

Η ΒΡΕΤΤΑΝΙΚΗ ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑ, Η ΓΑΛΛΙΑ, Η ΙΤΑΛΙΑ, Η ΙΑΠΩΝΙΑ, Η ΕΛΛΑΣ, Η ΡΟΥΜΑΝΙΑ, ΤΟ ΣΕΡΒΟ-ΚΡΟΑΤΟ-ΣΛΟΒΕΝΙΚΟΝ ΚΡΑΤΟΣ
αφ’ ενός
ΚΑΙ Η ΤΟYΡΚΙΑ
αφ’ ετέρου

            Πρόκειται για μία μεγάλη Συνθήκη που καθορίζει σύνορα και μία σειρά ζητημάτων. Για την περίπτωση των μειονοτήτων σημείο αναφοράς είναι το Τμήμα Ε το οποίο φέρει τον τίτλο «Προστασία των μειονοτήτων» και αποτελείται από εννέα (9) άρθρα.
 

            Μπορεί η Συνθήκη της Λωζάνης να αποτελεί μία μόνο συνθήκη σε ένα σύνολο Συνθηκών που υπογράφησαν στις αρχές του προηγούμενου αιώνα στο πλαίσιο της Κοινωνίας των Εθνών, ωστόσο για τα ελληνικά δεδομένα φέρνει ορισμένες πρωτοτυπίες που επηρεάζουν και τη ζωή της Μειονότητας.

 

Από το 1923 μέχρι σήμερα αποτελεί το μοναδικό δεσμευτικό κείμενο για την Ελλάδα που αναγνωρίζει και αποδίδει δικαιώματα σε μία μειονότητα. Βάσει αυτής της Συνθήκης η Ελλάδα διατείνεται διεθνώς ότι στο εσωτερικό της αναγνωρίζει την ύπαρξη μόνο μίας μειονότητας. Όπως προβλέπεται και από το Σύνταγμα, οι διατάξεις της διεθνούς Συνθήκης της Λωζάνης έχουν αυξημένη τυπική ισχύ, που σημαίνει ότι υπερισχύουν της ελληνικής νομοθεσίας (Μπαλτσιώτης-Τσιτσελίκης, 2001). 

 

            Ένα άλλο βασικό στοιχείο είναι ότι η Συνθήκη περιλαμβάνει τον προσδιορισμό των εναπομεινουσών μειονοτήτων βάσει θρησκευτικού κριτηρίου, όπως όριζαν οι συνθήκες εκείνης της περιόδου, όπως συμφωνήθηκε στις συνομιλίες που έλαβαν χώρα στο πλαίσιο υπογραφής της Συνθήκης, αλλά και το μέχρι τότε ισχύον καθεστώς του διαχωρισμού των κοινοτήτων (μιλλέτ) βάσει θρησκευτικού κριτηρίου, το οποίο ήταν δηλωτικό και εθνοτικών χαρακτηριστικών. Τόσο στη Συνθήκη της Λωζάνης όσο και στην Σύμβαση Περί Ανταλλαγής Πληθυσμών που προηγήθηκε, η θρησκεία ταυτίστηκε με την εθνική ταυτότητα σε ένα γενικότερο πλαίσιο που ήταν σαφώς πιο σύνθετο για να ερμηνευτεί με απλοϊκές διχοτομήσεις (Featherstone κ.ά. 2011, Alexandris 2003, Oran 2003).

 

            Το πρωτότυπο κείμενο της Συνθήκης έχει συνταχθεί στην αγγλική και την γαλλική γλώσσα. Για οποιαδήποτε διαφοροποίηση παρατηρείται στην απόδοση σε οποιαδήποτε άλλη γλώσσα, υπερισχύει το πρωτότυπο κείμενο. Το άρθρο 45 που αναφέρεται στον προσδιορισμό των δύο μειονοτήτων σε Ελλάδα και Τουρκία, αναγνωρίζει ως «μη μουσουλμανικές μειονότητες» την Ελληνική-Ορθόδοξη Μειονότητα στην Τουρκία και «μουσουλμανική μειονότητα» την Τουρκική-Μουσουλμανική Μειονότητα στην Ελλάδα.

 

            Παρόλα αυτά, η απόδοση του κειμένου στην ελληνική γλώσσα έφερε άλλα δεδομένα καθώς ο όρος «μουσουλμανική μειονότητα» μεταφράσθηκε και αποδόθηκε στην ελληνική γλώσσα ως «μουσουλμανικές μειονότητες». Ο προσδιορισμός και η ταυτότητα της Μειονότητας είναι μείζον ζήτημα και πεδίο διαφωνίας μεταξύ όλων των εμπλεκόμενων πλευρών. Σε βάθος χρόνου υπήρξαν σημαντικές διακυμάνσεις ακόμα και στην κρατική πολιτική. Η ελληνική απόδοση του προσδιορισμού «μουσουλμανική μειονότητα» στον πληθυντικό αριθμό χρησιμοποιήθηκε στρατηγικά για να στηρίξει την θεωρία διαχωρισμού και διαίρεσης της Μειονότητας, ένα θέμα που θα μας απασχολήσει εκτενώς σε μία από τις επόμενες εκπομπές.

 

            Κλείνοντας την σημερινή μας εκπομπή θα κάνουμε μία τελευταία γενική παρατήρηση. Μεγάλη συζήτηση γίνεται και για το ζήτημα της αμοιβαιότητας, στη βάση του αν από τις διατάξεις της Συνθήκης απορρέει η ρήτρα της αμοιβαιότητας για τις εκατέρωθεν μειονότητες. Είναι ένα ζήτημα που έχει απασχολήσει αρκετά και τον ακαδημαϊκό κόσμο, κυρίως λόγω του ότι υπήρξαν παραδείγματα όπου στην πρακτική η αμοιβαιότητα προσέλαβε τον χαρακτήρα των αντίποινων ή των αντίμετρων. Και σε αυτό θα επανέλθουμε αναλυτικότερα σε μία από τις επόμενες εκπομπές μας, αφού πρώτα σχολιάσουμε και μπούμε αναλυτικά στο περιεχόμενο και τα άρθρα της Συνθήκης.   

 

 

Βιβλιογραφικές αναφορές:

 

Aarbakke V., 2000, Η Μουσουλμανική Μειονότητα της Θράκης (The Muslim Minority of Greek Thrace), αδημοσίευτη διδακτορική εργασία, University of Bergen

 

Alexandris A., 2003, “Religion or Ethnicity. The Identity Issue of the Minorities in Greece and Turkey”, in Hirschon R. (ed), Crossing the Aegean, An Appraisal of the 1923 Compulsory of the 1923 Compulsory Population Exchange Between Greece and Turkey”, Oxford: Bergham Books

 

Διβάνη Λ., 1995, Ελλάδα και μειονότητες: Το σύστημα διεθνούς προστασίας της ΚτΕ, Αθήνα: Νεφέλη

 

Featherstone Κ., Παπαδημητρίου Δ., Μαμαρέλης Α., Νιάρχος Γ., Οι Τελευταίοι Οθωμανοί: Η μουσουλμανική μειονότητα της Δυτικής Θράκης 1940-1949, Αθήνα: Αλεξάνδρεια
 

Μπαλτσιώτης Λ., Τσιτσελίκης Κ., 2001, Η Μειονοτική Εκπαίδευση της Θράκης Συλλογή Νομοθεσίας – Σχόλια, Αθήνα-Κομοτηνή: εκδ. Σάκκουλας

 

Oran B., 2003, “The Story of Those Who Stayed, Lessons from Articles 1 and 2 of the 1923 Convention”, in Hirschon R. (ed.), Crossing the Aegean, An Appraisal of the 1923 Compulsory Population Exchange Between Greece and Turkey, Oxford: Bergham Books



ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΕΙΔΗΣΕΙΣ