Η Τουρκική Μειονότητα της Δυτικής Θράκης (31-2016)

Γιατί η μειονοτική εκπαίδευση είναι καταδικασμένη σε αποτυχία; Το παράδειγμα του Διδασκαλείου Εκπαιδευτικών Μειονοτικού Προγράμματος

542802
Η Τουρκική Μειονότητα της Δυτικής Θράκης (31-2016)

 

 

            Το 2010 η ηγεσία του Υπουργείου Παιδείας ανακοινώνει με δελτίο τύπου την κατάργηση της Ειδικής Παιδαγωγικής Ακαδημίας Θεσσαλονίκης (Ε.Π.Α.Θ.). Από την Ακαδημία αποφοιτούσαν οι δάσκαλοι του τουρκόγλωσσου προγράμματος των μειονοτικών σχολείων πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης.

 

            Τελικά με νόμο που ψηφίστηκε τον Μάιο του 2011 η Ε.Π.Α.Θ. καταργήθηκε επίσημα την 31.08.2013. Ο νόμος αυτός έβαλε λουκέτο σε ένα μόρφωμα που ιδρύθηκε επί Χούντας, το 1968, και στα σαράντα πέντε (45) χρόνια λειτουργίας του υπήρξε μήλον της έριδος μεταξύ πολιτείας και Μειονότητας.

 

Η ποιότητα της παρεχόμενης εκπαίδευσης ήταν ανέκαθεν προβληματική. Όποιες παρεμβάσεις έγιναν κατά διαστήματα δεν κατάφεραν να βελτιώσουν την Ακαδημία της οποίας η φιλοσοφία ήταν να δημιουργήσει μία ομάδα δασκάλων αρεστούς στην πολιτεία και ελεγχόμενους από αυτήν παρά δασκάλους άρτια καταρτισμένους για να παρέμβουν ουσιαστικά και να βελτιώσουν την εκπαίδευση στα μειονοτικά σχολεία.

 

            Η κατάργηση της Ε.Π.Α.Θ. αποτελούσε πάγιο αίτημα της Μειονότητας και έγινε δεκτή με ενθουσιασμό από όλες τις πλευρές. Στους κύκλους της Μειονότητας κυκλοφόρησε η άποψη ότι οτιδήποτε κι αν αντικαταστήσει την Ε.Π.Α.Θ. δεν μπορεί να είναι χειρότερο από αυτήν.

 

            Με το κλείσιμο της Ακαδημίας το μεγάλο ερώτημα που τέθηκε είναι ποιο ίδρυμα θα αναλάβει να εκπαιδεύει και να καταρτίζει δασκάλους για τα μειονοτικά σχολεία; Την απάντηση στο ερώτημα έδωσε τότε η ηγεσία του Υπουργείου η οποία εξήγγειλε το 2011 την ίδρυση Τομέα Μειονοτικής Εκπαίδευσης στο Παιδαγωγικό Τμήμα Δημοτικής Εκπαίδευσης του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης.

 

Την ίδια χρονιά, εισήχθησαν στο τμήμα οι πρώτοι 21 φοιτητές, ποσοστό που αντιστοιχούσε στο 10% του συνόλου των εισακτέων. Η φιλοσοφία ήταν να εισάγονται απόφοιτοι της Μειονότητας με ποσόστωση και να παρακολουθούν παράλληλα με το πρόγραμμα σπουδών του τμήματος, ένα ειδικά διαμορφωμένο πρόγραμμα για αυτούς με απώτερο στόχο να λάβουν ένα πτυχίο ανώτερης εκπαίδευσης για να διδάξουν τουρκικά στα μειονοτικά σχολεία.

 

Για έναν περίεργο λόγο το 2012 δεν εισήχθησαν απόφοιτοι της Μειονότητας με ειδική ποσόστωση, κάτι που διορθώθηκε το 2013 και το 2014. Παρά την λειτουργία του τομέα και την φοίτηση περίπου 50 φοιτητών, τα χρόνια περνούσαν και δεν ψηφιζόταν ο απαραίτητος νόμος για την ίδρυση και λειτουργία του. Ο νόμος που θα ρύθμιζε τα διαδικαστικά και θα κατοχύρωνε τα μετέπειτα επαγγελματικά δικαιώματα των αποφοίτων.

  

Λίγο πριν την αποφοίτηση των πρώτων εισακτέων στον Τομέα, ψηφίζεται τον Δεκέμβριο του 2014 ο νόμος 4310 ο οποίος στο άρθρο 66 ορίζει την ίδρυση Διδασκαλείου Εκπαιδευτικών Μειονοτικού Προγράμματος. Ούτε λίγο ούτε πολύ ο Τομέας Μειονοτικής Εκπαίδευσης στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο της Θεσσαλονίκης πριν την ίδρυσή του αποτέλεσε παρελθόν και τη θέση του παίρνει το Διδασκαλείο.

 

Ο τελευταίος νόμος που εκφράζει ουσιαστικά την βούληση της πολιτείας ορίζει την ίδρυση από το ακαδημαϊκό έτος 2015-2016 ενός Διδασκαλείου Μειονοτικού Προγράμματος Μειονοτικής Εκπαίδευσης στο Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης στο Παιδαγωγικό Τμήμα Δημοτικής Εκπαίδευσης στην Αλεξανδρούπολη.

 

Το Διδασκαλείο θα απονέμει ένα δίπλωμα μετεκπαίδευσης και οι απόφοιτοί του, αποκλειστικά μέλη της Μειονότητας, θα στελεχώνουν το τουρκόγλωσσο πρόγραμμα των μειονοτικών σχολείων πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης. Με απλά λόγια, οι δάσκαλοι τουρκικών στα μειονοτικά σχολεία θα εκπαιδεύονται και θα αποφοιτούν από το Διδασκαλείο αφού πρώτα λάβουν ένα δίπλωμα αντίστοιχο μεταπτυχιακού διπλώματος.

 

Αυτά συμβαίνουν τον Δεκέμβριο του 2014. Η τελευταία ενημέρωση έρχεται δύο μήνες μετά, τον Φεβρουάριο του 2015, όπου μαθαίνουμε ότι έχει οριστεί τετραμελής επιτροπή από καθηγητές του Δημοκριτείου Πανεπιστημίου οι οποίοι είναι επιφορτισμένοι με το έργο της οργάνωσης και κατάρτισης του προγράμματος σπουδών του Διδασκαλείου. Από πληροφορίες που διέρρευσαν στον τύπο πληροφορούμαστε ότι ο μέσος χρόνος εκτίμησης για την λειτουργία του Διδασκαλείου είναι τα δύο χρόνια.

 

Η Μειονότητα αντιδράει στην ίδρυση του Διδασκαλείου με βασικό επιχείρημα ότι οι φοιτητές του διδασκαλείου μέσα σε έναν χρόνο δεν θα αποκτήσουν επάρκεια στην τουρκική γλώσσα ικανή για να τη διδάξουν εν συνεχεία σε μαθητές. Ζητάνε να δημιουργηθεί ένα παιδαγωγικό τμήμα επιφορτισμένο αποκλειστικά με το έργο εκπαίδευσης και κατάρτισης δασκάλων του μειονοτικού προγράμματος.

 

Από το 2011 που καταργήθηκε η Ε.Π.Α.Θ. η διάδοχη κατάσταση, το Διδασκαλείο, εκτιμάται ότι θα ανοίξει τις πόρτες του αν όλα πάνε βάσει του χρονοδιαγράμματος, το 2017. Υπάρχει λίστα δασκάλων αποφοίτων της Ε.Π.Α.Θ. που αναμένουν τον διορισμό τους, οπότε τα σχολεία δεν θα μείνουν με ελλείψεις σε εκπαιδευτικό προσωπικό, αλλά το βασικό διακύβευμα που τίθεται είναι αν τελικά στο στόχαστρο όλων των πολιτικών πρωτοβουλιών είναι η μειονοτική εκπαίδευση ή η πολιτική διαχείριση της εκπαίδευσης.

 

Είναι κακό να καταδικάζεις σε αποτυχία κάτι που δεν έχει λειτουργήσει καν, αλλά από την άλλη σίγουρα δεν υπάρχει καλό προηγούμενο στο συγκεκριμένο θέμα. Η ιστορία της Ε.Π.Α.Θ. είναι μία σκοτεινή ιστορία η οποία δικαιολογημένα γέμισε με καχυποψία τις σκέψεις των μελών της Τουρκικής Μειονότητας. Η ιστορία θα δείξει αν η ΕΠΑΘ έκανε περισσότερο κακό παρά καλό στην μειονοτική εκπαίδευση, αλλά διαβάζοντας την ιστορική της εξέλιξη θα διαπιστώσει κανείς με ευκολία ότι ανέκαθεν δημιουργούσε προβλήματα, παρά έλυνε.

 

Υπάρχουν πολλά ερωτήματα που θα μείνουν αναπάντητα σχετικά με αυτήν την ιστορία, όπως γιατί ενώ λειτούργησε δεν ιδρύθηκε ποτέ επίσημα ο τομέας, γιατί η πολιτεία έκανε την στροφή κι αντί πτυχίου κατέληξε σε ένα δίπλωμα μετεκπαίδευσης, γιατί δεν εισακούστηκε το αίτημα της Μειονότητας για ίδρυση παιδαγωγικού τμήματος, γιατί στις διαβουλεύσεις και στις όποιες αποφάσεις η Μειονότητα ήταν μία ακόμα φορά απούσα και πολλά ακόμα.

 

Η ουσία είναι ότι για ακόμα μία φορά δεν υπάρχει κάτι ξεκάθαρο και συγκεκριμένο. Οι δάσκαλοι του μειονοτικού προγράμματος αποτελούν βασικό πυλώνα της μειονοτικής εκπαίδευσης. Κι επειδή ακριβώς αποτελούν μία μικρή μερίδα στο σύνολο των εκπαιδευτικών της χώρας, η πολιτεία θα έπρεπε να επιδείξει την καλύτερή της διάθεση και να λάβει την μέριμνα να εκπαιδεύσει αυτήν την μικρή ομάδα δασκάλων με τα καλύτερα δυνατά πρότυπα προκειμένου να πετύχει μία ουσιαστική αναβάθμιση της ποιότητας της μειονοτικής εκπαίδευσης. Αντ’ αυτού οι δάσκαλοι παραμένουν προϊόν μιας αμφιβόλου προθέσεων και στόχων πολιτικής, μιας πολιτικής που χαρακτηρίζεται από αστάθεια και διακυμάνσεις.



ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΕΙΔΗΣΕΙΣ