Η Τουρκική Μειονότητα της Δυτικής Θράκης (37-2021)

«Η πίκρα της Θράκης και η πίκρα της Μειονότητας»

1708853
Η Τουρκική Μειονότητα της Δυτικής Θράκης (37-2021)

 

 

            Στις εθνικές εκλογές του Σεπτεμβρίου του 2015, στο Νομό Ροδόπης τις τρεις βουλευτικές έδρες που αντιστοιχούν στον πληθυσμό κατέλαβαν τρεις βουλευτές, όλοι προερχόμενοι από τη Μειονότητα. Αυτό συνέβη πρώτη φορά στην σύγχρονη μεταπολιτευτική εκλογική ιστορία του Νομού, να μην υπάρχει δηλαδή εκπροσώπηση από την πλευρά της πλειονότητας στο Κοινοβούλιο. 

 

            Και αυτό ενόχλησε ιδιαίτερα όλους όσους έχουν μάθει να μεταφράζουν και να ερμηνεύουν αποκλειστικά και μόνο με εθνικούς όρους κάθε πολιτική πράξη και διαδικασία που εξελίσσεται στην περιοχή. Έτσι, υπήρχε η πίκρα της απουσίας εκπροσώπησης της πλειονοτικής ομάδας, αλλά την ίδια πίκρα δεν συμμερίστηκαν οι ίδιοι κύκλοι όταν η Μειονότητα έμεινε χωρίς εκπροσώπηση στο Κοινοβούλιο στις εθνικές εκλογές του Οκτωβρίου του 1993. Εκεί βέβαια ήταν ιδιαίτερη συγκυρία, λόγω της εφαρμογής για πρώτη φορά του εκλογικού πλαφόν του 3% για την είσοδο κομμάτων ή ανεξαρτήτων υποψηφίων στη Βουλή.

 

            Ιδιαίτερα στις εκλογές του 2015, αν ανοίξουμε την εικόνα και δούμε τα εκλογικά αποτελέσματα στη Θράκη, θα διαπιστώσουμε ότι σε σύνολο τεσσάρων εκλεγμένων βουλευτών, με το κυβερνητικό κόμμα του ΣΥΡΙΖΑ, σε Ροδόπη και Ξάνθη, οι τρεις ήταν μειονοτικοί. Από το 2015 μέχρι τις επόμενες εθνικές εκλογές του 2019, μεσολάβησαν δύο ανασχηματισμοί. Κι ενώ στο εσωτερικό της Μειονότητας κάποιοι ανέμεναν με ενδιαφέρον από ένα αριστερό κόμμα στην Κυβέρνηση να κάνει την υπέρβαση και να τοποθετήσει σε υπουργική θέση μειονοτικό βουλευτή, αυτό, όπως όλα δείχνουν, δεν υπήρξε ποτέ αντικείμενο στην πολιτική ατζέντα, σε καμία πολιτική ατζέντα κανενός κόμματος και κανενός Πρωθυπουργού.

 

            Στα πολιτικά πηγαδάκια της Μειονότητας υπήρξαν κατά καιρούς τέτοιες συζητήσεις, ίσως να υπήρξαν και προσωπικές προσδοκίες ή φιλοδοξίες, μεγάλες προσδοκίες όπως αποδείχθηκε στην πράξη. 

 

            Ο βουλευτής Ροδόπης με το κόμμα της Νέας Δημοκρατίας, Ευριπίδης Στυλιανίδης, δημοσίευσε ένα άρθρο στην αθηναϊκή εφημερίδα «Παρόν» λίγες μέρες μετά τον πρόσφατο ανασχηματισμό. Πολλοί συσχέτισαν τη χρονική συγκυρία που επέλεξε με τις πολιτικές εξελίξεις, κυρίως με την απουσία Θρακιώτη βουλευτή στην νέα Κυβέρνηση. Με τίτλο «Η μοναξιά της Θράκης», ο βουλευτής μίλησε για αδυναμία συγκροτημένης και ξεκάθαρης εθνικής αναπτυξιακής στρατηγικής και αναφέρθηκε εκτενώς στην απουσία Θρακών από κέντρα που αποφασίζουν για τη μοίρα της περιοχής.

 

            Μέσα στο άρθρο του ο Ευριπίδης Στυλιανίδης δεν παρέλειψε να αναφερθεί στο μοντέλο ειρηνικής και δημιουργικής συμβίωσης, επαναλαμβάνοντας την γνωστή και από παλαιότερες δημοσιεύσεις θέση του ότι όσα ζητήματα ανέκυψαν ήταν κυρίως λόγω του Τουρκικού εθνικισμού, ενώ άσκησε κριτική στην Ελληνική Πολιτεία ότι τρέχει πίσω από τις εξελίξεις στη Θράκη κι ότι «Πάνω στο Θρακικό έχουν κτισθεί καριέρες και περιουσίες στην Αθήνα».

 

            Τέλος, στο άρθρο του άφησε κάποιες αιχμές για το έργο της Διακομματικής Επιτροπής αναφέροντας ότι παρά την ευαισθησία του Πρωθυπουργού, δεν υπάρχει διακομματικά συμφωνημένη εθνική πολιτική και δεν είναι σίγουρος ότι θα προλάβει να διαμορφωθεί από την τρέχουσα απόπειρα της Διακομματικής Επιτροπής της Βουλής.

 

            Δεν έχει πολύ καιρό που ένας άλλος Θρακιώτης πολιτικός, ο Γιώργος Πεταλωτής ο οποίος διετέλεσε βουλευτής Ροδόπης και τέως Υπουργός επί ΠΑΣΟΚ, σε ανάρτησή του στο facebook ζήτησε την διάλυση της Διακομματικής Επιτροπής γράφοντας χαρακτηριστικά ότι «εάν όμως κατά τη γνώμη μου η Επιτροπή σέβεται τα μέλη της και κυρίως της ιστορία της Θράκης, οφείλει να αυτοδιαλυθεί». Ο πρώην Υπουργός άσκησε κριτική για τις «λογικές της ανάπτυξης άνωθεν» τις οποίες χαρακτήρισε προσχηματικές και ότι επί της ουσίας απαξιώνουν τις τοπικές δυναμικές. Ένα άλλο σημείο της κριτικής του αποτέλεσε η ουσιαστικά ανύπαρκτη τοπική συμμετοχή στην Επιτροπή, ενώ έκλεισε την ανάρτησή του με δύο παραδείγματα εκ των οποίων το ένα ήταν η αναστολή λειτουργίας 15 εκπαιδευτικών μονάδων στη Ροδόπη.

 

            Είναι γεγονός ότι παρατηρούνται μεγάλες καθυστερήσεις στις εργασίες της Διακομματικής Επιτροπής, και κατ’ επέκταση στο πολυαναμενόμενο πόρισμα το οποίο θα έχει γνωμοδοτικό χαρακτήρα. Η ‘φλόγα’ της ίδρυσης της Επιτροπής αργοσβήνει όσο περνάει ο καιρός και οι προσδοκίες για ένα πόρισμα που θα φέρει κάποια ενδεχόμενη αλλαγή και θα αποτελέσει τη βάση για μελλοντικές πολιτικές πρωτοβουλίες εξανεμίζονται.

 

            Στις κριτικές των βουλευτών της Ροδόπης και πρώην Υπουργών, τόσο για το έργο της Διακομματικής όσο και για την απουσία Θρακών από τα κέντρα λήψης αποφάσεων, κάποιος θα μπορούσε να βρει πολλούς παραλληλισμούς με το τι συμβαίνει με τη Μειονότητα και την εκπροσώπησή της στα ίδια κέντρα λήψης αποφάσεων.

 

            Ο Ευριπίδης Στυλιανίδης έκλεισε το άρθρο του στην εφημερίδα Παρόν με τη φράση «Αυτή η μοναξιά είναι η πίκρα της Θράκης, είναι όμως και η δύναμή της». Αναφορικά με την Μειονότητα, η μοναξιά και η πίκρα δεν μεταφράζεται σε δύναμη, αλλά σε αποκλεισμό και περιθωριοποίηση. Η απουσία της από τα κέντρα λήψης αποφάσεων και κυρίως, από τις αποφάσεις που σημάδεψαν την πορεία της κοινότητας είναι ένα δεδομένο που δεν επιχείρησε καμία Κυβέρνηση να ανατρέψει με γενναίες πολιτικές πρωτοβουλίες, όπως θα ήταν μία ενδεχόμενη υπουργοποίηση ενός μειονοτικού βουλευτή.

 

            Ποια Κυβέρνηση όμως και ποιο κόμμα θα μπορούσε να πάρει το πολιτικό ρίσκο να ταράξει τα εθνικά νερά και να υπουργοποιήσει έναν και μοναδικό βουλευτή από τη Θράκη και αυτός να είναι μειονοτικός; Το 2015, όταν η Ροδόπη έμεινε ‘ορφανή’ κοινοβουλευτικής εκπροσώπησης από την πλευρά της πλειονότητας, τα εθνικά αντανακλαστικά έκαναν λόγο για πιθανή ένταση στις σχέσεις των δύο σύνοικων στοιχείων και άλλους εθνικούς κινδύνους που ελλόχευαν ως απόρροια του εκλογικού αποτελέσματος. Παρά την σταθερή παρουσία βουλευτών της Μειονότητας στο κοινοβούλιο, η απαξίωση της δυναμικής τους, κυρίως όμως η απαξίωση της δυναμικής της κοινότητας και ο αποκλεισμός από τα κέντρα λήψης αποφάσεων, είναι εμφανείς στα όσα εισπράττει η Μειονότητα τα τελευταία χρόνια, απόρροια πολιτικών πρωτοβουλιών του κέντρου. Όσες απόπειρες συμπερίληψης και συμμετοχής σε παρόμοιες διαδικασίες έγιναν, συνήθως κατέληξαν στο κενό και όπως αναφέρουν μέλη της Μειονότητας, ήταν προσχηματικές



ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΕΙΔΗΣΕΙΣ