Η Τουρκική Μειονότητα της Δυτικής Θράκης (44-2020)

Ο Άρειος Πάγος για την Τουρκική Ένωση Ξάνθης

1550084
Η Τουρκική Μειονότητα της Δυτικής Θράκης (44-2020)

 

 

Την Παρασκευή 16 Οκτωβρίου ο Άρειος Πάγος, το ανώτατο ακυρωτικό ελληνικό δικαστήριο κλήθηκε για δεύτερη φορά στην ιστορία του να γνωμοδοτήσει για την υπόθεση της Τουρκικής Ένωσης Ξάνθης.

 

  Η πρώτη ήταν το 2005 όταν απέρριψε την αίτηση του σωματείου για αναίρεση της 31/2002 απόφασης του Εφετείου Θράκης που όριζε τη διάλυσή του. Στη συνέχεια, τα μέλη της Ένωσης προσέφυγαν στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων όπου και δικαιώθηκαν το 2008 όταν το δικαστήριο του Στρασβούργου έκρινε ότι υπάρχει παραβίαση του άρθρου 11 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, δηλαδή του δικαιώματος του συνεταιρίζεσθαι.

 

  Οι δικαστικές περιπέτειες της Τουρκικής Ένωσης Ξάνθης είναι λίγο πολύ γνωστές στη διάρκεια των 37 ετών. Ως προς το νομικό κομμάτι, το 2017 ο νόμος 4491 τροποποίησε το άρθρο 758 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας δίνοντας το δικαίωμα επανάληψης της διαδικασίας ενώπιον των ελληνικών δικαστηρίων εφόσον εκδοθεί απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, λαμβάνοντας υπόψιν το σκεπτικό του δικαστηρίου του Στρασβούργου.

 

Στα τέλη Μαΐου το Εφετείο Θράκης δημοσίευσε τις αποφάσεις για άλλα δύο μειονοτικά σωματεία, τον Πολιτιστικό Σύλλογο Τούρκων Γυναικών Νομού Ροδόπης και την Ένωση Νεολαίας Μειονότητας Νομού Έβρου με τις οποίες απέρριψε τα αιτήματα αναγνώρισης των συλλόγων χωρίς να λάβει υπόψιν τον νόμο του 2017. Ισχυρίστηκε μάλιστα ότι εφόσον το αίτημα απορρίφθηκε, δεν μπορεί να γίνει πάλι νέα προσφυγή με το ίδιο αίτημα και την ίδια βάση, δείχνοντας τον δρόμο για τον Άρειο Πάγο στους δύο συλλόγους.

 

  Η εκδίκαση και η απόφαση του Αρείου Πάγου που θα κρίνει εκ νέου την υπόθεση της Τουρκικής Ένωσης Ξάνθης συμπίπτει χρονικά με την Προεδρία της Ελλάδας στο Συμβούλιο της Ευρώπης.

 

  Μία μέρα πριν την εκδίκασή της, η Επιτροπή Υπουργών του Συμβουλίου της Ευρώπης και η πρόεδρος της Διάσκεψης των ΜΚΟ Anna Rurka ζήτησαν την επανεξέτασή της. Σε δήλωσή της από το Στρασβούργο η Πρόεδρος ανέφερε ότι το δικαίωμα στην ελευθερία του συνεταιρίζεσθαι είναι «ένα μοναδικό ανθρώπινο δικαίωμα του οποίου ο σεβασμός χρησιμεύει κατά κάποιο τρόπο ως βαρόμετρο του γενικού επιπέδου προστασίας των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και του επιπέδου της δημοκρατίας στη χώρα». Η Πρόεδρος κάλεσε τις δημόσιες αρχές της Ελλάδας να εξετάσουν την νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου και για τις τρεις υποθέσεις των μειονοτικών σωματείων που εκκρεμούν ενώπιον της δικαιοσύνης.

 

  Αναμένοντας την απόφαση του Αρείου Πάγου, ας θυμηθούμε την προγενέστερη απόφαση του 2005 η οποία ήταν ένα χαστούκι στην σωματειακή ελευθερία. Έκρινε ως «επιβαλλόμενο αναγκαίο μέτρο» την διάλυση του σωματείου στη βάση ότι σκοπός του είναι να εμφανισθεί η ύπαρξη εθνικής τουρκικής μειονότητας στην Ελλάδα, γεγονός που κατά την κρίση του δικαστηρίου προσέκρουε στη δημόσια τάξη. Με την ίδια λογική, η διάλυση του σωματείου απέβλεπε στην διαφύλαξη της κοινωνικής ισορροπίας και γαλήνης μεταξύ των «δύο Ελληνικών Κοινοτήτων Θράκης, Μουσουλμανικής και Χριστιανικής», όπως τις προσδιόριζε το κείμενο της απόφασης.

 

Πριν την δημοσίευσή της είχε προηγηθεί έντονο παρασκήνιο όταν αρχικά εισηγητής είχε οριστεί ο αεροπαγίτης Νικόλαος Κασσαβέτης και υπήρχαν διαρροές ότι η εισήγησή του ήταν θετική για την Τουρκική Ένωση Ξάνθης. Τελικά την εισήγηση ανέλαβε άλλος αρεοπαγίτης και το σωματείο έλαβε απορριπτική απόφαση.

 

Το σκεπτικό του δικαστηρίου του 2005 επανέλαβε το σκεπτικό των ελληνικών δικαστηρίων της δεκαετίας του 1980. Διαβάζοντας το κείμενο της απόφασης είναι σαν να μην πέρασε μια μέρα, σαν να μην έγινε ούτε ένα βήμα στο πεδίο της κατάκτησης της σωματειακής ελευθερίας.

 

Η απόφαση του Αρείου Πάγου αναπαρήγαγε την κυρίαρχη εθνική θέση για την μη ύπαρξη τουρκικής μειονότητας στην Ελλάδα. Το διακύβευμα ωστόσο στην περίπτωση μη αναγνώρισης της Τουρκικής Ένωσης Ξάνθης και των λοιπών μειονοτικών σωματείων δεν είναι ο προσδιορισμός της Μειονότητας, αλλά η απρόσκοπτη λειτουργία των μειονοτικών σωματείων στη βάση της σωματειακής ελευθερίας που προασπίζει τόσο η εθνική, όσο και η ευρωπαϊκή νομοθεσία.

 

Στο εδώλιο δεν βρίσκεται η Συνθήκη της Λωζάνης, ούτε ο προσδιορισμός της Μειονότητας, στο εδώλιο βρίσκονται τα μέλη ενός σωματείου που ζητάνε την απρόσκοπτη λειτουργία του.

 

            Από τα μέσα της δεκαετίας του 1980 που ξεκίνησαν οι δικαστικές περιπέτειες των μειονοτικών σωματείων, στο στόχαστρο βρέθηκε η ταυτότητα της κοινότητας. Ουσιαστικά όλες οι δίκες που ακολούθησαν έθεσαν κυρίαρχο το θέμα του προσδιορισμού, ενώ στην περίπτωση της Τουρκικής Ένωσης Ξάνθης θεωρήθηκε ότι αυτό απειλεί την γαλήνη και την αρμονική συνύπαρξη των δύο κοινοτήτων στη Θράκη.

 

            Σε αντίθεση με την στάση των εθνικών δικαστηρίων, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου επιδίκασε την υπόθεση στη βάση του δικαιώματος της ελευθερίας του συνεταιρίζεσθαι και καταδίκασε την Ελλάδα. Τα ευρωπαϊκά όργανα, όπως η Επιτροπή Υπουργών του Συμβουλίου της Ευρώπης παρακολουθούν στενά τις δικαστικές εξελίξεις και ζητάνε την συμμόρφωση της Ελλάδος με τις επιταγές του ευρωπαϊκού δικαστηρίου.

 

            Για την ιστορία, η τροποποίηση του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας με τον νόμο 4491/2017 στον οποίο στηρίζονται τα σωματεία για να επαναφέρουν τις υποθέσεις τους στις αίθουσες των ελληνικών δικαστηρίων έθεσε περιορισμούς σε θέματα εθνικής ασφάλειας. Όσο τα εθνικά δικαστήρια διαβλέπουν ζητήματα εθνικής ασφάλειας στην ίδρυση και λειτουργία των μειονοτικών συλλόγων, τόσο οι αιτήσεις τους θα απορρίπτονται. Και για όσο καιρό το ζητούμενο δεν θα είναι η κατοχύρωση και η προάσπιση του δικαιώματος του συνεταιρίζεσθαι, τότε το πρόβλημα θα παραμένει και ο δρόμος για το ευρωπαϊκό δικαστήριο θα φαντάζει μονόδρομος.



ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΕΙΔΗΣΕΙΣ